ortografar - ορισμός. Τι είναι το ortografar
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:     

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

Τι (ποιος) είναι ortografar - ορισμός


Ortografar      
v. t.
Escrever, segundo as regras ortográficas.
Empregar ortografia particular ou especial a respeito de: "ortografar sonicamente um vocábulo".
Aplicar a ortografia a.
(Cp. "ortógrafo")
ortografar      
(orto2+grafo1+ar2) vtd e vint Escrever de acordo com as regras ortográficas; grafar: Ortografemos caxumba, não cachumba. Em rigor, é redundância dizer: Ortografar corretamente; ou ortografamos, ou escrevemos errado.
ortografar      
v. (-1858 cf. MS 6 )
-ortg
1 t.d.int. e pron. escrever de acordo com as regras ortográficas estabelecidas
é divertido quando alguém ortografa aportuguesadamente palavras como show, short ou hall os candidatos devem o. com rapidez e facilidade ortografa-se seu nome sem o acento circunflexo
1.1 t.d.int. escrever corretamente
ortografa bem qualquer tipo de texto entre os redatores, é dos que melhor ortografam
2 t.d. empregar uma ortografia especial, estranha, particular
3 t.d. m.q. grafar ('representar')
-etim ortografia + -ar ; f.hist. 1858 orthographár -par ortografo(1ªp.s.)/ ortógrafo (s.m.)